Καρχηδονίου

Καρχηδονίου
Καρχηδόνιος
masc/neut gen sg
Καρχηδών
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • περίπλους — Λογοτεχνικό είδος στην αρχαία Ελλάδα. Τα ταξίδια στις ξένες και άγνωστες χώρες για εμπορικούς σκοπούς, για την ίδρυση αποικίας ή για εξερευνητικούς λόγους, έδωσαν την ευκαιρία στους Έλληνες να αναπτύξουν ιδιαίτερο είδος περιγραφικής πεζογραφίας,… …   Dictionary of Greek

  • Αγαθοκλής — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος των Συρακουσών (Θέρμες 361 – Συρακούσες 289 π.Χ.). Γιος αγγειοπλάστη, φυγάδας από το Ρήγιο, έγινε ο επιφανέστερος εκπρόσωπος της δημοκρατικής παράταξης στις Συρακούσες, τόσο για τα ρητορικά όσο και για τα… …   Dictionary of Greek

  • Αντίοχος — I Όνομα βασιλιάδων της Συρίας, από το γένος των Σελευκιδών. 1. Α. Α’ ο Σωτήρ (325/4 – 262/1 π.Χ.). Γιος του Σέλευκου και της Απάμας. Το 294 τον διόρισε o πατέρας του συμβασιλέα και διοικητή των σατραπειών που βρίσκονταν πέρα από τον Ευφράτη. Μετά …   Dictionary of Greek

  • Αρταξίας ή Αρδάσης — (2ος αι. π.Χ.).Αρμένιος στρατηγός του Αντιόχου Γ’, που τον διόρισε διοικητή της Μεγάλης Αρμενίας το 189 π.Χ. Αργότερα συμμάχησε με τους Ρωμαίους και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς της Αρμενίας. Μετά από συμβουλή του Καρχηδόνιου στρατηγού Αννίβα, που… …   Dictionary of Greek

  • Γάλβας — Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Γ. Μάξιμος, Πόπλιος Σουλπίκιος (τέλη 3ου – αρχές 2ου αι. π.Χ.).Ύπατος της Ρώμης (211 π.Χ.), εργάστηκε για την άμυνα της Ρώμης εναντίον του Καρχηδόνιου στρατηγού Αννίβα. Αργότερα τέθηκε επικεφαλής… …   Dictionary of Greek

  • Δουίλιος, Γάιος — (Gaius Duilius, 3ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός. Έγινε ύπατος το 260 π.Χ., την εποχή του πρώτου Καρχηδονικού πολέμου. Πολέμησε στη Σικελία και ελευθέρωσε την Έγεστα από την πολιορκία του Καρχηδόνιου Αμίλκα, ως αρχηγός στόλου… …   Dictionary of Greek

  • Προύσα — Πόλη της βορειοδυτικής Τουρκίας, στην περιοχή της Βιθυνίας, N της Προποντίδας, όπου βρίσκεται το επίνειό της Μουδανιά. Ιδρύθηκε από τον βασιλιά της Βιθυνίας Προυσία A’ (236 – 180 π.Χ.) στις υπώρειες του όρους Όλυμπος, ύστερα από υπόδειξη του… …   Dictionary of Greek

  • Σοφονίσβη — Αναφέρεται και ως Σοφωνίς ή Σοφωνίβα. Κόρη του Καρχηδόνιου στρατηγού Ασδρούβα, γιου του Γίσκωνα. Η Σ. παντρεύτηκε τον Σίφακα, βασιλιά της Νουμιδίας, και η επιρροή της τον τράβηξε από τη συμμαχία του με τη Ρώμη. Ο Σίφαξ αιχμαλωτίστηκε από τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”